Ἡ βυζαντινὴ ἐποχή
Ἡ ἀρχαία ἑλληνικὴ παιδεία ἀπετέλεσε γιὰ τοὺς χριστιανοὺς ἕνα μέσον μὲ κύριο σκοπὸ τὴν κατανόηση τῆς ὕπαρξης τοῦ Χριστοῦ.
i. Κατὰ τοὺς πρώτους βυζαντινοὺς χρόνους ὁ χριστιανισμὸς υἱοθέτησε τὴν ἀρχαία ἑλληνικὴ παιδεία, ἐπειδὴ τὴ θεωροῦσε ὡς ἕνα ἀσφαλὲς μέσον ἀντιμετώπισης σὲ πνευματικὸ ἐπίπεδο τῶν ἀντιπάλων του.
ii. Ἀπὸ τοὺς φιλόσοφους οἱ Βυζαντινοὶ προτιμοῦσαν τὸν Πλάτωνα, καθὼς θεωροῦσαν ὅτι ἡ φιλοσοφία του ἀπομάκρυνε τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τὸν ὑλικὸ κόσμο τῶν αἰσθήσεων.
Οἱ Ἕλληνες μαθηματικοὶ καὶ οἱ ἄλλοι ἐπιστήμονες τῶν πρώιμων βυζαντινῶν χρόνων ζοῦσαν κυρίως στὴν Ἀλεξάνδρεια. Ἡ ἀλεξανδρινὴ ἐπιστήμη ἦταν ἀπ’ ὅλους σεβαστὴ ἐπειδὴ προσέγγιζε μὲ θεωρητικὴ αὐστηρότητα κάθε καινούργια ἀνακάλυψη, διεσφάλιζε τὶς διαδικασίες τῆς παρατήρησης καὶ τῆς ἀπόδειξης κατὰ τὴν ἔρευνα, καὶ στηριζόταν στὴ γνώση τὴν προσφερόμενη ἀπὸ κλασικὰ κείμενα.
iii. Γύρω στὰ 500 ἡ χριστιανικὴ ἐκκλησία εἶχε καταφέρει νὰ στρέψει τοὺς περισσότερους ἀξιόλογους
ἐπιστήμονες σὲ δραστηριότητες κυρίως ἱεραποστολικές, ὀργανωτικές, ὑπεράσπισης ἀλλὰ καὶ ἑδραίωσης τοῦ δόγματος. Μία προφανὴς συνέπεια αὐτῆς τῆς ἐπιδίωξης ἀπετέλεσε καὶ ἡ στασιμότητα τῆς ἀνάπτυξης καὶ τῆς προόδου τῶν ἐπιστημῶν. Κατὰ τοὺς ἕξη πρώτους αἰῶνες ὁ ἐπιδιωκόμενος στόχος τῆς μάθησης ἦταν ἡ διάδοση τῶν ἐκλαϊκευμένων ἐπιστημονικῶν θεωριῶν καὶ ἰδιαίτερα τῶν συμπερασμάτων τους, θέτοντας στὸ περιθώριο τὴ μεθοδολογία τῆς ἐπιστήμης. Κατὰ τὸν 6ον αἰ., μολονότι τὸ Βυζάντιο σὲ ἀντίθεση μὲ ἄλλα κράτη βρισκόταν σὲ ὑψηλὸ πνευματικὸ ἐπίπεδο, δὲν ἔχουμε σημαντικὰ εὑρήματα τὰ ὁποῖα νὰ παραπέμπουν σὲ κάποια μορφὴ ἀνώτερης παιδείας. Ὡστόσο ὑπῆρχαν ἰδιωτικοὶ δάσκαλοι, οἱ ὁποῖοι κατάφεραν νὰ διατηρήσουν τὴν παράδοση. Μόλις κατὰ τὸν 8ον αἰ., ἀρχίζει νὰ διδάσκεται ἡ Ἀριστοτελικὴ Φιλοσοφία, ἐπειδὴ ἡ Λογικὴ τοῦ Ἀριστοτέλη ἦταν χρήσιμη γιὰ τοὺς ἀγῶνες τῶν εἰκονολατρῶν.iv Ἂν καὶ τὸ 850 ὁ Λέων ὁ μαθηματικὸς εἰσάγει τὴν παραδοσιακὴ ἀνώτερη κρατικὴ ἐκπαίδευση, ἡ θέση τῶν θετικῶν ἐπιστημῶν παραμένει περιορισμένη.