«Το τετράγωνο της υποτεινούσης ορθογωνίου τριγώνου ισούται με το άθροισμα των τετραγώνων των δύο καθέτων αυτού πλευρών», λέει το «πυθαγόρειο θεώρημα» που έχει παιδέψει γενιές μαθητών.
Ο Πυθαγόρας (572 – 500 π.Χ.) ήταν το πιο λαμπρό τέκνο της Σάμου. Θεωρείται ιδρυτής της αριθμητικής επιστήμης, ενώ περίφημες είναι οι μελέτες του πάνω στις ιδιότητες των αριθμών. Καταγόταν από πλούσια οικογένεια που είχε τη δυνατότητα να του προσφέρει άριστη παιδεία. Υπήρξε μαθητής των σοφών Ερμοδάμαντα του Σαμίου, Φερεκύδη από τη Σύρο και Αναξίμανδρου από τη Μίλητο. Νέος, έφυγε από το νησί για να γνωρίσει τον κόσμο. Σπούδασε στην Αίγυπτο, στη Φοινίκη, στη Βαβυλώνα κι επέστρεψε στη Σάμο. Όταν την εξουσία κατέλαβε ο Πολυκράτης, έφυγε στην Κάτω Ιταλία και εγκαταστάθηκε στον Κρότωνα, πόλη με υγιεινό περιβάλλον, σπουδαίους γιατρούς και λαμπρούς αθλητές. Η φήμη του είχε προηγηθεί: Τον θεωρούσαν (και ήταν) σοφό. Ο ίδιος διάλεξε (και πρώτος καθιέρωσε) τον όρο «φιλόσοφος».
Άνοιξε σχολή, το «ομμακοείον» (αυτό στο οποίο κάποιος βλέπει και ακούει), όπου είχε δυο ειδών μαθητές:
Τους «εξωτερικούς» ή «ακουσματικούς» που προσέρχονταν μόνο για να ακούσουν τις σοφές διαλέξεις του για ποικίλα ζητήματα, τα οποία χωρίζονταν σε τρεις κατηγορίες:
Τι κάτι σημαίνει (π.χ. τι είναι το μαντείο των Δελφών).
Ποιο είναι πιο πολύ από άλλο (π.χ. τι είναι πιο σοφό από μια θυσία).
Τι πρέπει να γίνει και τι όχι (π.χ. με ποιες προϋποθέσεις πρέπει να γεννιούνται παιδιά).
Και τους «εσωτερικούς» ή «μαθηματικούς» που, σε όλη τη διάρκεια των σπουδών, συμβίωναν. Για να μπουν όμως εσωτερικοί στη σχολή, οι υποψήφιοι έπρεπε να περάσουν από μια σειρά δοκιμασίες. Ο Πυθαγόρας τους ρωτούσε διάφορα για τη ζωή τους, τους γονείς τους, τη συμπεριφορά τους κ.λπ. αλλά παρατηρούσε την ακριβολογία τους, τις σιωπές τους, το γέλιο τους, τις κινήσεις τους και μελετούσε τις εκφράσεις τους. Αν περνούσαν αυτό το στάδιο, ακολουθούσε άλλο που είχε να κάνει με το ενδιαφέρον τους για τα μαθήματα, την ταχύτητα αφομοίωσης και την αντίληψή τους. Όσοι δεν τα κατάφερναν, απορρίπτονταν. Όσοι περνούσαν τη δοκιμασία, γράφονταν στη σχολή. Με την προϋπόθεση ότι θα ήταν εχέμυθοι και δεν θα έλεγαν παραέξω όσα μάθαιναν.
Κάθε βράδυ, πριν να κοιμηθούν, οι μαθητές έπρεπε να απαντήσουν στην ερώτηση:
«Πη παρέβειν, τι δ’ έρεξα, τι μοι δέον ουκ ετελέσθη;». Που σημαίνει: «Ποιο αμάρτημα έκανα, τι καλό έπραξα, τι είχα καθήκον να κάνω και δεν έκανα;».
Μόλις ξυπνούσαν, το πρωί, έπρεπε να σχεδιάσουν με ακρίβεια το πρόγραμμα της ημέρας. Τα πάντα τελούσαν υπό την καθοδήγηση του Πυθαγόρα, ο οποίος ήταν σεβαστός και απόλυτα αποδεκτός, σε σημείο, όταν κάπου υπήρχε διχογνωμία, να τελειώνει η συζήτηση με την απλή φράση «Αυτός έφα». Δηλαδή, «αυτός το είπε», οπότε δεύτερη κουβέντα ήταν περιττή.
Βγαίνοντας από τη σχολή, οι απόφοιτοι γνώριζαν νομικά, γεωμετρία, αστρονομία, αριθμητική, αρμονία, μουσική, ιατρική. Κι είχαν εκπαιδευτεί να είναι μεγαλόψυχοι, αυτάρκεις, λιτοδίαιτοι, ευαίσθητοι και καλά γυμνασμένοι.
Ελεύθερος Τύπος, 10-14/6/2014
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου