Το συγγραφικό έργο του μ. Γέροντα Παϊσίου του Αγιορείτη, αν και δεν είναι πλούσιο, είναι, όμως, από πλευράς ορθοδόξου πνευματικότητος και πατερικής παραδόσεως, πολύ σημαντικό. Αν κρίνει, μάλιστα, κανείς από τις επανειλημμένες εκδόσεις των βιβλίων του, θα διαπιστώσει τότε, ότι, όχι μόνον έτυχαν θερμής υποδοχής από το ορθόδοξο αναγνωστικό κοινό, αλλά συγχρόνως και τα θεόπνευστα λόγια και η πνευματική σοφία του, που διαποτίζουν, ως απόσταγμα της πλούσιας εμπειρικής του κυψέλης, τις σελίδες των έργων του, βρήκαν –πιστεύουμε- θετική ανταπόκριση και επιδεκτικότητα, τόσο για τη στερέωση πολλών χριστιανών (λαϊκών, κληρικών και μοναχών) στην ορθόδοξη πίστη και πνευματική ζωή, όσο και για τη σωστή αντιμετώπιση των διαφόρων προβλημάτων της καθημερινής πραγματικότητος.
Η «στενότητα» του συγγραφικού του έργου δεν οφείλεται – κατά την άποψή μας – στο γεγονός, ότι ήταν «ολιγογράμματος», διότι ο Γέροντας, εμφορούμενος από το Άγιον Πνεύμα, όχι μόνον ανεπλήρωνε, αλλά και υπερέβαινε με την αγιότητά του και τη χάρη του Θεού, κάθε επίπεδο πραγματικής αδυναμίας και ελλείψεως στο χώρο της ακαδημαϊκής θεολογικής γνώσεως. Θα λέγαμε, μάλλον, ότι οφείλεται κυρίως στη ταπεινοφροσύνη του. Δεν είναι άγνωστο, ότι ο Γέροντας από ταπείνωση προέβαλλε τον ισχυρισμό της προσωπικής του «αγραμματοσύνης» για τη μη συγγραφή και δημοσιοποίηση κειμένων. Διότι, όπως έλεγε, «είναι κάπως αναίδεια να γράφω, ενώ είμαι αγράμματος».
Αντικρύζοντας το θέμα της συγγραφής πνευματικών βιβλίων από μοναχούς συγγραφείς, υπό τη δική του «οπτική» γωνία, ο Γέροντας Παϊσιος ήθελε τα έργα αυτά να μην είναι γραμμένα «με το νού», αλλά με τη Χάρη κι ενέργεια του Αγίου Πνεύματος, ούτως ώστε, ν’ αποτελούν έκφραση των προσωπικών τους πνευματικών βιωμάτων και όχι ως αποτέλεσμα επιδερμικών επιστημονικών γνώσεων. Υπό το πνεύμα αυτό, προσδιορίζει και το πλαίσιο των αντικειμενικών πνευματικών κριτηρίων, τα οποία θα πρέπει απαραιτήτως να ισχύσουν σε κάθε περίπτωση μοναχού, που θ’ αποφασίσει ν’ ασχοληθεί με τη συγγραφή κάποιου πνευματικού βιβλίου. Τα πνευματικά αυτά κριτήρια είναι: η σκληρή ασκητική ζωή, η εσωτερική κάθαρση και πνευματική αναγέννηση και η αρετή της ταπεινοφροσύνης.
Τα κριτήρια αυτά, κατά τον Γέροντα, αποτελούν σαφώς τις προϋποθέσεις για να δεχθούν οι μοναχοί συγγραφείς «την παρά του αγίου Πνεύματος έλλαμψιν» και να καθοδηγούνται «υπό της άνωθεν χάριτος».
Ο Γέροντας Παϊσιος έγραψε συνολικά τέσσερα βιβλία: α) Ο Πατήρ Αρσένιος ο Καππαδόκης (1975), β) ο Γέρων Χατζη-Γεώργης ο Αθωνίτης, 1809-1886 (1986), γ) Αγιορείται Πατέρες και αγιορείτικα (1993), και δ) Επιστολές (1994). Και, τα τέσσερα έργα του Γέροντα εκδόθηκαν από το Ιερόν Ησυχαστήριον «Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος», που βρίσκεται στη Σουρωτή Θεσσαλονίκης. Ενώ, θα πρέπει να σημειώσουμε, ότι το τελευταίο έργο του αγιορείτη ασκητή, οι «Επιστολές», κυκλοφόρησε μετά τον θάνατό του.
Όπως έχει επισημανθεί: «Τα βιβλία του Γέροντα διακρίνει ασφαλώς σοφία αγιοπνευματική και αγιοπατερική, αλλά και σοφία που προϋποθέτει πολλή γνώση και πείρα της ανθρώπινης ζωής γενικά, χάρη και στη μεγάλη οξύνοια και μνήμη του. … Έτσι, η μελέτη των βιβλίων του μακαριστού Γέροντα, αν γίνει με προσοχή και προσευχή, φωτίζει και σοφίζει τον αναγνώστη-μελετητή και τον καθοδηγεί και τον τρέφει αληθινά».
Ιδιαίτερη, όμως μνεία, θα πρέπει να γίνει, κατά την άποψή μας, στο πρώτο βιβλίο (Ο Άγιος Αρσένιος ο Καππαδόκης), στο οποίο οφείλεται, τόσο η φανέρωση και δημοσιοποίηση του βίου και της πολιτείας του Αγίου Αρσενίου, όσο και «εν πολλοίς» η επίσημη αναγνώριση της αγιότητός του από το Οικουμενικό Πατριαρχείο Κων/πόλεως. Όπως έχει αναφερθεί: «Το βιβλίο είναι κυριολεκτικά συναρπαστικό για το σπάνιο τρόπο συνδυασμού ιστορικών, λαογραφικών, αγιολογικών στοιχείων… Και, επειδή σ΄αυτό, με χαριτωμένη απλότητα και ειλικρίνεια αυτοβιογραφείται έμμεσα και άμεσα και ο ίδιος ο συγγραφέας του Γέρ. Παϊσιος, το βιβλίο είναι η αναγκαία γέφυρα γνωριμίας, μελέτης και κατανοήσεως και των υπολοίπων βιβλίων».
Είναι σημαντικό να τονισθεί, ότι από τον μεθοδικό τρόπο συγκέντρωσης και δημοσιοποίησης όλων των στοιχείων, τα οποία αναφέρονται στο βίο και την πολιτεία του Αγίου Αρσενίου, διαπιστώνει κανείς, τόσο την «εντυπωσιακή ερευνητική ικανότητα» του Γέροντα Παϊσίου, όσο και την υπευθυνότητά του, μακρυά από προσωπικούς συναισθηματισμούς, για την προσεκτική και διακριτική αξιολόγησή τους, ώστε το περιεχόμενο του βιβλίου να είναι «καθαρό σιτάρι».
Εφάμιλλο με το πρώτο βιβλίο, τόσο για τον θαυμάσιο διηγηματικό του χαρακτήρα, όσο και για την ιστορική ακρίβεια και συνέχεια όλων των στοιχείων και γεγονότων, είναι, κατά τη γνώμη μας, και το δεύτερο έργο του Γέροντα Παϊσίου, το οποίο αναφέρεται στο βίο και την πολιτεία ενός πολύ αδικημένου Αγίου Πατέρα της Εκκλησίας μας, του οσιωτάτου Γέροντα Χατζη-Γεώργη,που καταγόταν από την Κερμίρα της Καισάρειας της Καππαδοκίας.
Μέσα από τις σελίδες του μικρού αυτού Συναξαρίου, όπου συνυπάρχουν αρμονικά ιστορικά, αγιολογικά και διδακτικά στοιχεία, ο Γέροντας βιογραφεί και αυτοβιογραφείται. Στοιχεία λεκτικά και εκφραστικά, όπως είναι η αδικία, η συκοφαντία, η σκληρή άσκηση, η αυστηρή νηστεία, η αδιάλειπτη προσευχή, η ταπείνωση, η υπακοή, η αναζήτηση εμπείρου και διακριτικού Γέροντα, η πολλή και άδολη αγάπη προς όλους, η μεγαλοκαρδιά, το διορατικό χάρισμα (η πνευματική τηλεόραση), το πνεύμα αυτοθυσίας κ.ά. συνθέτουν με πανομοιότυπο τρόπο την όλη αγιαστική ασκητική πορεία και των δύο μεγάλων αγίων αγιορειτών ασκητών, οι οποίοι προέρχονται από τον ίδιο γεωγραφικό χώρο, την Καππαδοκία, του Γέροντα Χατζη-Γεώργη και του Γέροντα Παϊσίου. Θα μπορούσε να πει κανείς, ότι ο Γέροντας Παϊσιος ήταν ένα από τα «γνήσια τέκνα του Χατζη-Γεώργη», υπό την έννοια, ότι ακολούθησε με ακρίβεια και συνέπεια το αυστηρό τυπικό του Χατζη-Γεώργη. Συγχρόνως, όμως, ήταν και ο ίδιος ένας «Χατζη-Γεώργης», διότι οι βίοι και των δύο, μεγάλων όντων αγίων της Εκκλησίας μας, μπορούν να χαρακτηρισθούν σε πολλά σημεία ως «Βίοι παράλληλοι», ενώ έφθασαν στο ύψιστο σημείο να γευθούν σπάνιες θείες εμπειρίες και θεοπτικές καταστάσεις.
Αξιοσημείωτη και εύστοχη είναι η παρατήρηση που έγινε, αναφορικά προς τη συνεχόμενη δημοσιοποίηση της βιογραφίας δύο Καππαδοκών και συμπατριωτών του Γέροντα αγίων, Αρσενίου και Γέροντα Χατζη-Γεώργη. Όπως έχει λεχθεί: «Από ένα ιδιότυπο αγιολογικό «φιλότιμο» κινούμενος ο «ολιγογράμματος» Γέρων Παϊσιος άρχισε ν’ αποκαλύπτει δύο συμπατριώτες του Καππαδόκες Αγίους (η ανακήρυξη του Οσίου Γεωργίου δεν έχει γίνει ακόμη, αλλ’ ο Γέροντας τον θεωρεί Άγιο και μάλιστα, μεγάλο για την εποχή του, νέο Νηστευτή). Το πατριωτικό του «φιλότιμο» δηλαδή δεν είναι κοσμικό, αλλ’ εξαγιασμένο».
Το τρίτο βιβλίο του Γέροντα Παϊσίου «Αγιορείται Πατέρες και Αγιορείτικα», το οποίο πολύ εύστοχα έχει χαρακτηρισθεί ως «Παϊσιανό Γεροντικό», καταπιάνεται με την αγγελική μοναχική ζωή εναρέτων Πατέρων, που «έζησαν τώρα τα τελευταία χρόνια» και σαν «μυρίπνοα άνθη» σκορπούσαν την πνευματική τους ευωδία στην Πολιτεία του Άθωνα, καθώς και με τα «θεία γεγονότα», τα οποία έχουν βιώσει ως θείες εμπειρίες «εκείνα τα άγια Γεροντάκια». Ο Γέροντας, δίνοντας το στίγμα του χρόνου και του χώρου, όπου διεμορφώθη κατά φυσιολογικό και απλό τρόπο το πατερικό πνεύμα και η όλη «πνευματική ατμόσφαιρα της Χάριτος», μέσα στην οποία αναβαπτίσθηκαν και συγχρόνως αναγεννήθηκαν οι ενάρετοι «Αγιορείται Πατέρες», σ’ αντίθεση με το εκκοσμικευμένο πνεύμα της εποχής μας, θα σημειώσει με έμφαση, ότι: «Οι Πατέρες εκείνης της εποχής είχαν πολλή πίστη και απλότητα και οι περισσότεροι ήταν με λίγα μεν γράμματα, αλλά, επειδή είχαν ταπείνωση και αγωνιστικό πνεύμα, δέχονταν συνέχεια τον θείο φωτισμό. Ενώ, στην εποχή μας, που έχουν αυξηθεί οι γνώσεις, δυστυχώς η λογική κλόνισε την πίστη των ανθρώπων από τα θεμέλια και γέμισε τις ψυχές από ερωτηματικά και αμφιβολίες. Έτσι, επόμενο είναι να στερούμεθα τα θαύματα, γιατί το θαύμα ζήται και δεν εξηγείται με την λογική.
»… Παλαιότερα, πριν και από είκοσι χρόνια, εύρισκε κανείς ακόμη την απλότητα απλωμένη στο Περιβόλι της Παναγίας, και εκείνο το άρωμα της απλότητος των Πατέρων μάζευε τους ευλαβείς ανθρώπους, που μιμούνταν τις μέλισσες, και τους έτρεφε, και αυτοί μετέφεραν και στους άλλους από την πνευματική αυτή ευλογία, για να ωφεληθούν. Από όπου δηλαδή κι αν περνούσες, θα άκουγες να διηγούνται θαύματα και ουράνια γεγονότα, πολύ απλά, γιατί τα θεωρούσαν πολύ φυσιολογικά οι Πατέρες.
» Ζώντας λοιπόν σ’ αυτή την πνευματική ατμόσφαιρα της Χάριτος, ποτέ δεν περνούσε λογισμός αμφιβολίας για όσα άκουγες, γιατί και ο ίδιος κάτι θα έβλεπες από αυτά. Αλλά ούτε και περνούσε λογισμός, για να σημειώσης ή να κρατήσης στην μνήμη σου τα θεία εκείνα γεγονότα για τους μεταγενεστέρους, γιατί νόμιζες ότι θα συνεχισθή εκείνη η Πατερική κατάσταση».
Το βιβλίο του Γέροντα έτυχε θερμής υποδοχής, τόσο από το ελλαδικό, όσο και από το κυπριακό αναγνωστικό κοινό. Στον περιοδικό Τύπο της Κύπρου, αναφορικά προς τον τρόπο συγγραφής του βιβλίου, επισημαίνεται ότι, «έχουμε μια αγιοπνευματική καταγραφή», η οποία αποτελεί καρπό «της αποκαλυπτικής διόρασης του αγίου Γέροντα, που καθαίρει και φωτίζει και αποκαθιστά την αληθινή διάσταση παρεξηγημένων αγίων ασκητών…».
Τι να πρωτογράψει, όμως, κανείς για το τέταρτο βιβλίο του Γέροντα Παϊσίου, τις «Επιστολές»! Στο σύνολό του, το βιβλίο αποτελεί ένα συμβουλευτικό εγχειρίδιο, χρήσιμο για όλους τους χριστιανούς (λαϊκούς, μοναχούς και κληρικούς), οι οποίοι ενδιαφέρονται να προχωρήσουν στην «εν Χριστώ» πνευματική ζωή. Είναι ένας «πρακτικός οδηγός», το περιεχόμενο του οποίου αποτελεί έκφραση της αγιοπνευματικής εμπειρίας και σοφίας και γενικά, της όλης αγιαστικής πορείας του Γέροντα Παϊσίου.
Ο συγγραφέας των «Επιστολών», δεχόμενος τον παρά του Αγίου Πνεύματος άνωθεν φωτισμόν, συλλαμβάνει με ακρίβεια την οντολογική έννοια και σημασία των θείων νοημάτων και αληθειών, γι’ αυτό, έχει τη δυνατότητα, έτσι απλά και φυσιολογικά, να ερμηνεύει το Πνεύμα του Θεού, χωρίς εγκεφαλικές διανοητικές επινοήσεις. Και τούτο, διότι τα απλά μεν, αλλά θεόπνευστα συμβουλευτικά λόγια του Γέροντα, είναι αποτέλεσμα των προσωπικών του βιωμάτων από τους ανείπωτους πνευματικούς αγώνες, τόσον κατά του «αοράτου εχθρού», τουτέστιν του Διαβόλου, και των εσωτερικών παθών, όσο και εναντίον των διαφόρων πειρασμών, προερχομένων από την κακία και το φθόνο των ανθρώπων. Η πνευματική αυτή «στάση» του Γέροντα, βρίσκει την απόλυτη έκφρασή της στο ήθος και το πνεύμα των Αγίων Πατέρων της Εκκλησίας μας. Όπως έλεγε κι ο Γέροντας:
« Οι Άγιοι Πατέρες έβγαζαν από την καρδιά τους τον θείο λόγο ή τις εμπειρίες τους από τις πνευματικές μάχες εναντίον του κακού και από τα πυρά των πειρασμών, τις οποίες ομολογούσαν ταπεινά ή έγραφαν, για να βοηθήσουν εμάς τους μεταγενεστέρους, από αγάπη…».
Για τον λόγο αυτό, δεν θα ήταν έξω από την πραγματικότητα, αν λέγαμε, ότι το περιεχόμενο των «Επιστολών» αποτελεί ένα απλοποιημένο και εκλαϊκευμένο νηπτικό έργο ενός Αγίου Πατέρα της Εκκλησίας μας. Και, επειδή ο βίος και η πολιτεία του Γέροντα Παϊσίου, όπως είναι γνωστό, ήταν ένα «εφηρμοσμένον … βιβλίον του Αγίου Ισαάκ του Σύρου», δεν είναι παράδοξο, ότι, οι συμβουλευτικοί λόγοι των «Επιστολών», οι οποίοι είναι καρπός των προσωπικών βιωμάτων και εμπειριών του συγγραφέα, ταυτίζονται, αρκετές φορές, σε επίπεδο θεωρητικό και πρακτικό, με τους αντίστοιχους «Ασκητικούς Λόγους» του Αββά Ισαάκ του Σύρου. Υπό το πνεύμα αυτό, έχοντας επίγνωση το υψηλό πνευματικό νόημα των διδακτικών λόγων του Γέροντα, έστω κι αν το βιβλίο έχει τον χαρακτήρα της «επιστολιμαίας πραγματείας», θα ήταν προτιμώτερο να έφερε τον γενικό τίτλο «Λόγοι Πνευματικοί», ή «Ασκητικά». Και τούτο, διότι ο νέος τίτλος θα ήταν περισσότερο αντιπροσωπευτικός, όσον αφορά το περιεχόμενο του βιβλίου, αλλά θα ανταποκρινόταν και πιο εύστοχα στην υψηλή σκοποθεσία του.
Αξίζει να σημειώσουμε, ότι τα δύο πρώτα έργα του Γέροντα Παϊσίου, «Ο Άγιος Αρσένιος ο Καππαδόκης» και «Ο Γέρων Χατζη-Γεώργης, ο Αθωνίτης», έχουν μεταφραστεί στην αγγλική και τη γαλλική γλώσσα.
Πηγή: romiossini
Πηγή: romiossini
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου